- Εὐκαμπίδᾳ
- Εὐκαμπίδᾱͅ , Εὐκαμπίδηςmasc dat sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Εὐκαμπίδας — Εὐκαμπίδᾱς , Εὐκαμπίδης masc acc pl (doric) Εὐκαμπίδᾱς , Εὐκαμπίδης masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Εὐκαμπίδαν — Εὐκαμπίδᾱν , Εὐκαμπίδης masc acc sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κερκίδας — Όνομα πολιτικών της αρχαιότητας από τη Μεγαλόπολη της Αρκαδίας. 1. Πολιτικός (μέσα 4ου αι. π.Χ.). Ήταν γνωστός στην πατρίδα του ως νομοθέτης. Ο Δημοσθένης αποκάλεσε προδότες τον Κ., τους συνεργάτες του, Ιερώνυμο και Ευκαμπίδα, καθώς και πολλούς… … Dictionary of Greek